Τετάρτη 17 Μαρτίου 2010

Άγιος Αλέξανδρος ο Δερβίσης

Οι δερβίσηδες αποτελούν αναμφίβολα ένα μεγάλο κεφάλαιο για την ιστορία του ισλαμικού κόσμου και του ισλαμικού μυστικισμού ειδικότερα με προεκτάσεις πέρα από τη θρησκεία, κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές και καλλιτεχνικές. Βέβαια, για όποιον ενδιαφέρεται για το θέμα αυτό, το πέλαγος της επιστημονικής βιβλιογραφίας βαθύ, μα όχι απροσπέλαστο.
Σήμερα είναι της μοδός ολίγον από Τζελαλαντίν Ρουμί και new age, και απανωτές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις (στην Πόλη, αλλά και εδώ, αν αναλογιστεί κανείς πόσες φορές μας επισκέφτηκαν -και θα μας ξαναεπισκεφτούν- οι "περιστρεφόμενοι δερβίσηδες" επιβεβαιώνοντας εν μέρει και τον τίτλο τους "πλάνητες δερβίσηδες";). θα ήταν κοινότοπο να ξαναειπωθεί, το ουδεμίαν σχέση με το πραγματικό;
Από την άλλη στα καθ' ημάς ο κυρ-Αλέξανδρος σκιαγραφεί τον "ξεπεσμένο δερβίση", ενώ οι δερβίσηδες εμφανίζονται και σε άλλες αφηγήσεις και λογοτεχνήματα.
Πέρα όμως από τη λογοτεχνία, είναι γνωστός ο Πέτρος από την Πελοπόννησο, ο γνωστός Λαμπαδάριος (1730-1778), που τον σέβονταν οι Δερβίσηδες της Πόλης σε τέτοιο σημείο, ώστε να ειπωθεί αρκετά μετά ότι ήταν και ο ίδιος δερβίσης.
Στα ίδια χρόνια περίπου έζησε και ο Αλέξανδρος από τη Θεσσαλονίκη, που έμεινε γνωστός ως ο άγιος Δερβίσης, αλλά αυτός δε γνώρισε τις τιμές του Πέτρου, καθώς προτίμησε να ακολουθήσει φανερά τους Δερβίσηδες, να ενδυθεί το δερβισικό σχήμα και στο τέλος να επιστρέψει στον χριστιανισμό με τίμημα το μαρτυρικό θάνατο.

Βίοι παράλληλοι; Ίσως ως το ταξίδι και των δυο σαν παιδιά στην Σμύρνη. Από κεί και πέρα όμως χωρίζουν οι δρόμοι...


Ας δούμε όμως τον βίο του Αλέξανδρου.


Έτος εν Μηνί Μαΐω, εικοστή έκτη.1794
ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΜΑΡΤΥΡΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Εν τη Σμήρνη αθλήσαντος

Ούτος ο αοίδιμος εκατάγετο από την μεγαλόπολιν Θεσσαλονίκην•τούτου οι γονείς εκατοίκουν εις το μοναστήριον της Λαοδηγίας, το κοινώς καλούμενον Λαγωδιανήν, εις το οποίον και την σήμερον η μήτηρ αυτού έτι ζώσα κατοικεί• επειδή δε νέος ων έλαχε να ήναι και ευείδης την όψιν, δεν ήτον τρόπος να μη πέσει εις πειρασμόν, κατά την τυραννικήν συνήθειαν, οπού εις εκείνην την πόλιν έχουν οι αγαρηνοί. Όθεν δια να τον γλυτώσουν οι γονείς του από την βίαν εκείνου οπού του επιβούλευε την σωφροσύνην, ηναγκάσθησαν, ως η μήτηρ αυτού μαρτυρεί, να τον φευγατίσουν μακράν, και τον έστειλαν εις την Σμύρνην, τάχα, ωσαν εις τόπον ασφαλέστερον˙αλλά τι να ειπή τινάς; Ήθελεν ειπή τινάς, πως έφυγεν όφιν, και έπεσεν εις δράκοντα˙ εγλύτωσεν από άρκτον, και συνάντησε λεόντα˙ έφυγε τον μικρόν κίνδυνον της σωφροσύνης, και εκεί έπεσεν εις τον τέλειον της απωλείας εγκερεμνόν, ότι δεν ηξεύρω, ή με βίαν, ή με απάτη εξώμοσε την πάτριον θρησκείαν, και ετούρκισε˙ λέγουσι τινές, ότι εις αγάν τούρκον εστοίχησε, και με δόλον επαγίδευσεν εκείνος την απλήν ψυχήν, φευ! εις την ασέβειαν˙ δεν απέρασε πολύς καιρός, και φεύγει από τον αγάν εκείνον, άνω κάτω πλανόμενος, εως όπου εκατάντησε να υπάγει και εις την Μέκαν αυτήν, εκεί όπου ευρίσκεται ο τάφος του Μωάμεθ, καθώς αυτός ο ίδιος ύστερον ενώπιον του κριτού τούτο αυτό έλεγε, καταφρονώντας και εμπαίζωντας τα αυτών θρησκεύματα˙ από τότε λοιπόν και εις το εξής περιήρχετο πόλεις και τόπους, και χώρας διαφόρους, μες το σχήμα των Δερβίσιδων, αλλά καθώς φαίνεται ο ευλογημένος, δεν καταπάτησε παντάπασιν την συνείδησιν˙ ουδέ εθόλωσε περισσότερο την ψυχήν με άλλας τινάς αισχροπραξίας, η οποίαι μάλιστα είναι κατασυνηθισμέναις εις το γένος των οθωμανών˙ φαίνεται πως ησθάνετο ζωντανόν τον έλεγχον της αγίας συνειδήσεως φαίνεται, πως η διάνοιά του εκ πολλών χρόνων, ή και εξ αρχής αυτού, άρχισε να κοιλοπονή το μαρτύριον, δια να εξαλείψη με το αίμα του την ανομίαν του˙ όθεν και με το ταπεινόταον εκείνο σχήμα επεριπάτει με πολλήν συστολήν, και σεμνότητα, και σχεδόν εγνωρίζετο, πως ήτον σύνους, και φροντιστικός˙ μάλιστα υπεκρίνετο, πως είναι σαλός, και τάχα ως τοιούτος ελάλει πολλά κατά των αγαρηνών, ελε΄γχωντάς τους πικρώς, δια τας πολλάς αδικίας, και παρανομίας, και πως κατατυραννούσι, και καταδυναστεύουσι τον πτωχόν ραγιάν, όπου ο Θεός τους τον έδωσε αμανέτι να τον κυβερνούν και όχι να τον κατατρώγουν, και δεν στοχάζονται, έλεγεν, πως όλοι οι άνθρωποι είναι πλάσματα ενός Θεού˙ καια υτά μεν συνηθίζουν να τα λέγουν και άλλοι δερβίσιδες, αλλ’ αυτός τους έλεγεν ακόμα περισσότερα, και με τόλμην παράδοξον, και ασυνήθιστον, ώστε όπου από την πολλήν δριμύτητα των ελέγχων, πολλάκις εκινούντο εις οργήν, και εις το ‘Ραχήτι της αιγύπτου τόσον εθύμωσαν κατ’ αυτού ώστε αποφάσισαν μερικοί τούρκοι κρητικοί να τον φονεύσουν, λέγοντες πως χωρίς άλλο, αυτός δεν είναι Τούρκος, αλλά Χριστιανός˙ το οποίον μαθών ανεχώρησεν εκείθεν, ότι ως φαίνεται ένας τοιούτος θάνατος, δεν ήτον φανερά και ομολογουμένως της Χριστιανικής ομολογίας πρόστιμον, καθώς ύστερον έγινεν˙ έλαβαν δε την υποψίαν εκείνοι, πως τάχα ήτον Χριστιανός, επειδή τον έβλεπαν οπού συχνά εσυναναστρέφετο με τους Χριστιανούς, και με πολλή ημερότητα, και γλυκήτητα εσυνωμίλει με αυτούς˙ όταν λοιπόν ετύχαινε με μοναχούς Χριστιανούς, συχνά εσυνήθιζε να λέγει αινιγματωδώς, ότι το ένα είναι τρία, και τα τρία είναι ένα, και όποιος δεν έχει τα τρία δεν έχει ούτε το ένα˙ μάλιστα ώντας ακόμα εις την Αίγυπτον, εις ένα κάποιον Παναγιώτην Ζαγοραίον, και άλλα κάποια μυστικώτερα εξεθάρρευσε να ειπή, από τα οποία εκείνος εγνώρισε και εβεβαιώθη, πως ήταν Χριστιανός˙ από την Αίγυπτον φεύγωντας ανέβη εις την πατρίδα του την Θεσσαλονίκην αγνώριστος, προτίτερα από δέκα έτη του μαρτυρίου του˙ εκείθεν πηγαίνωντας πάλιν εις άλλους και άλλους τόπους έφθασεν και εις την Χίον, τον χρόνον εκείνον εμαρτύρησε˙ την μεγάλην τεσσαρακοστήν, επήγεν εις μίαν Εκκλησίαν, και εστάθη εις την Ακολουθίαν προσευχόμενος, καθώς εμαρτύρησε της εκκλησίας εκείνης ο εφημέριος˙ μιαν ημέραν ευρισκόμενος εις κάποιον μέρος, άρχησε να κάμνη πικρόν έλεγχον των τούρκων˙ ένας Χριστιανός Χίος ευπατρίδης έλαχε να ήναι κοντά του, και παρευθύς έφυγε μακράν από τον φόβον του˙ φαίνεται λοιπόν, πως ο Μακάριος εκείνος με εκείνο το δερβίσικον σχήμα, εφεύρηκεν ένα επιτήδειον τρόπον να διδάσκη τους τούρκους, σωφροσύνην και δικαιοσύνην, και φιλανθρωπίαν και κάθε άλλην αρετήν, και αυτός ο ίδιος δείχνωντας τον εαυτόν του καλόν παράδειγμα εφιλοσόφει ταπείνωσιν, μετριότητα, ακτημοσύνην, και κάθε λογής άσκησιν˙ ούτε ήθελε να παραβαρύνη κανένα ζητώντας από τους μεγάλους και πλουσίους χρήματα, καθώς συνηθίζουν να κάνουν οι άλλοι δερβίσιδες, αλλά εμεταχειρίζετο κάποιους τρόπους και κάποιας εργασίας, με τας οποίας εύγανε τον επιούσιον άρτον˙ εστάθη λοιπόν εις το σχήμα εκείνο χρόνους δεκαοκτώ˙ ότι καθώς φαίνεται, το πυρ εκείνο όπου ο Χριστός ήλθε να βάλει εις την γην, εις άλλους εξάπτει την φλόγα του ογλήγορα και εις άλλους αργότερα, βέβαια καθώς ο ψυχοσώστης Κύριος άνωθεν κρίνει το συμφερώτερον˙ λοιπόν περνώντας από την Χίον εις την Σμύρνην ο εν τω Δερβίση ούτως Αλέξανδρος, ήκουσεν εσωθέν του, την χάριν του Θεού, όπου ελάλει μυστικά εις την αγαθήν του καρδίαν, πως ήδη έφθασεν η ώρα να παρρησιασθή και να τελειώση το προ πολλών σκοπούμενον˙ βέβαια πρέπει να είχε και κανένα πνευματικόν πατέρα, με του οποίου την γνώμην ήλθεν εις τούτο το μέγα στάδιον, όμως, όσον δια την ώραν, άδηλος μένει εις ημάς, και με όλον οπού πολλοί ερεύνησαν πολλά, αλλά δεν έμαθον˙ λοιπόν ημέρα τρίτη της εβδομάδος, δηλαδή τη προ της Αγίας Πεντηκοστής, καθοπλισάμενος καλώς με την δύναμιν του τιμίου σταυρού, δια του οποίου έγινεν η σωτήριος νίκη εις τον κόσμον, επήγεν εις τον κριτήν, ήτοι τον Μουλάν της πόλεως, και με όλην την ευτολμίαν παρρησιασθείς, ενώπιόν του εφανέρωσεν τον εαυτόν του, τις ήτον πρώτα, τι έγινεν ύστερον, και ότι μεταμεληθείς επενέρχεται εις την πρώτην του κατάστασιν˙ήγουν είπε με φωνήν μεγάλην και λαμπράν, ότι ω δικαστά, εγώ ήμουν Χριστιανός, και από αφροσύνην μου αρνήθηκα την πίστιν μου, και έγινα Τούρκος˙ύστερον εκατάλαβα, πως η πρώτη μου πίστις ήτον φως, και το έχασα, η εδικήσας είναι σκότος, καθώς την εγνώρισα˙όθεν ήλθον σήμερον έμπροσθέν σας να ομολογήσω, πως έσφαλα, οπού αρνήθηκατο φώς και εδέχθηκα ο σκότος˙Χριστιανός εγεννήθηκα, Χριστιανός θέλω να αποθάνω˙ιδού ήκουσες την απόφασίν μου, ω δικαστά, κάμε συ τώρα εις εμέ, ό,τι θέλεις, ότι έτοιμος είμαι να πάθω κάθε βάσανον, και να χύσω και το αίμα μου, δια την αγάπην του Ιησού Χριστού μου, τον οποίον κακώς αρνήθηκα˙και ταύτα λέγωντας, επέταξεν έμπροσθεν εις τον Μουλάν το δρβισάδικον της κεφαλής σκε΄πασμα, και να, λέγει, και το σημάδι της θρησκείας σας, και αντ’ εκείνου έβαλεν ένα Χριστιανικόν σκέπασμα εις την κεφαλήν του, το οποίον είχε προητοιμασμένον˙καθ’ ένας τώρα και από λόγου του καταλαμβάνει, ωσάν τι λογής διάθεσιν έλαβεν η διάνοια και η καρδία η αλαζωνική, και υπερήφανος εκείνου του δυνάστου˙κατά αλήθειαν και εκείνος, και όσοι άλλοι κατά τύχη ευρέθησαν εκεί, έμειναν χάσκοντες ως εκστατικοί, βλέποντες ένα Δερδίσην έτζη έξαφνα, από το ένα μέρος, αν κηρύττη τον εαυτόν του δια Χριστιανόν, και από το άλλο να ατιμάζη έτζη ανηποστόλως τον μωαμεθανισμόν, να ελέγχη την ματαιότητά τους, και να μυκτηρίζει την ανόσιον θρησκείαν τους˙τόσον πολλά τους ελύπησε, και τους ετάραξε το απροσδόκητον της παρρησίας του ανδρός ˙ όμως επειδή ήταν χρεία να τον αποκριθούν, πρώτος ο κριτής, και μετ’ αυτού ύστερον όλοι οι άλλοι, τι είναι τούτα τα ανέλπιστα πράγματα τον είπαν; Ευγήκες από τα φρένας σου, δεν έρχεσαι εις τον εαυτόν σου; Εσύ δερβίσης άνθρωπος, και να λέγης τοιαύτα λόγια και να καταισχύνης την πίστιν σου και την υπόληψίν σου; εις τα οποία ο Μάρτυς απεκρίθη σοφώτατα˙ότι αληθινά, έξω ήμουν από τας φρένας μου, και τώρα ήλθα εις τον εαυτόν μου, ομολογώντας παρρησία την ανομίαν μου˙επειδή δε και λέγετε, πως είμαι δερβίσης, και λέγω τέτοια λόγια, βέβαια λέγω την αλήθειαν, ότι εγώ και εις τον Κιαμπένσας επήγα, και όλην σας τη θρησκείαν εξέτασα, και εκατάλαβα, πως όλα σας είναι ψεύματα, και μυσαρά, και άλλα παρόμοια, και σύμφωνα με αυτά ελάλλησε προς αυτούς με πολλήν ελευθεροστομίαν˙ εκείνοι δε ταύτα ακούσαντες τον απεκρίθησαν μετά θυμού, και οργής, πως ως μεθυσμένος λαλεί˙όθεν και ο Κριτής μετρώντας τον ως μεθυσμένον, επρόσταξε να τον βάλουν εις την φυλακήν, εώς να του περάση ο σκοτασμός της μέθης, και αν έλθη εις τας φρένας του. Τη επαύριον ήγουν τη τετράδι, όπου και άλλοι συνήχθησαν περισσότεροι εις τον Μουλάν, επρόσταξεν ο Κριτής να τον παραστήσουν εις δευτέραν εξέτασιν˙ο δε μάρτυς στομωθείς τρόπον τινάπερισσότερον από την προτέραν δυλακήν, ωμολόγησεν ενώπιον πάντων τον Ιησούν Χριστόν Θεόν αληθινόν, και με περισσότέραν ευτολμίαν εμυκτήρισε, και εκαταφρόνησε την εδικήν των θρησκνίαν, ώστε οπού εξέπληξεν άπαντας.
Εκείνοι δε, και με όλον οπού οι τοιούτοι λόγοι του Μάρτυρος τους ηρέθιζαν εις οργήν, όμως ελπίζοντες μήπως του μεταβάλουν την γνώμην, όχι τόσον δια να κερδήσωσιν,ναλλά δια να μη καταισχυνθώσι μέχρι τέλους, άρχισαν να τον μεταχειρίζωνται, με κολακείαις˙ και δε λυπήσαι άνθρωπε την ζωήν σου τον έλεγαν; λυπήσου την νεότητά σου˙ζήτησαι ότι θέλεις να σου δώσωμεν, και άσπρα και ρούχα, και είτι άλλο αγαπάς και ορέγεσαι˙αλλ’ εκείνος ο μακάριος ανένδοτος εστάθη από μιας εις όλα, και ούτε τας απειλάς του θανάτου εφοβήθη, ούτε προς τας κολακείας των εχαυνώθη, αλλά μάλιστα και τους απεκρίθη με έναν θαυμαστόν και ακατάπληκτον φρόνημα, λέγωντας, τι ω ανόητοι, μου προβάλλετε θάνατον; εγώ δια τούτο μάλιστα ήλθα, δια να αποθάνω δια την αγάπην του γλυκυτάτου μου Ιησού Χριστού ˙τι ω μάταιοι σπουδάζετε να μεταβάλλετε την στερεάν μου απόφασιν, με τας απατηλάς, και ουτιδανάς υποσχέσεις; Μιαν αληθινήν ευδαιμονίαν, εγώ στοχάζομαι δια λόγου μου, το να ποθάνω δια την Αγίαν μου πίστιν, την οποίαν κακώς ηρνήθηκα˙να αποθάνω τούτην την ψεύτικην ζωήν, δια να κερδήσω την άλλην, την αληθινήν, την αιώνιον. Χριστιανός εγεννήθηκα, Χριστιανός θέλω να αποθάνω˙τούτο ποθώ˙τούτο διψώ, δια τούτο ήλθα˙λοιπόν εσείς κάμετε εις εμέ είτι θέλετε, έτοιμος είμαι να πάθω τα πάντα δια τον δεσπότην μου Ιησούν Χριστόν˙λοιποόν κλείσαντες αυτόν πάλιν εις την φυλακήν, εκεί τον άφησαν άχρι της παρασκευής˙ την ημέραν ταύτην της παρασκευής τιμώσι μεγάλως, ωσάν μίαν σεβασμίαν ημέραν, οι Οθωμανοί˙όθεν και συνηθίζουσιν εκείνην την ημέραν να συναθροίζωνται εις τον Κριτήν κάθε πόλεως, οι Αγάδες, και οι μεγαλωσάνοι του τόπου, και ομού όλοι εκείθεν υπάγουν και εις το τζαμί˙είτε λοιπόν δια την συνήθειαν αυτήν, είτε δια την διαδοθείσαν φήμην, πως ένα ς Δερβίσης επαρρησιάσθη εις τον Μουλάν δια Χριστιανός, και μεγάλον όνειδος και καταισχύνην κάνει εις το μετ μωαμέτ, είτε και δια τα δύω αίτια, τη ερχομένη Παρασκευή, όλοι οι Αγιάννιδες και οι εγκριτώτεροι της Σμύρνης, συνήχθησαν ομοθυμαδόν εις τον Μουλάν˙πλην και λαός όχι ολίγος ταύτα μαθόντες εκείσε συνέδραμον˙και λοιπόν εξάγουσι τον Μάρτυρα εκ της φυλακής, και παρίσταται εκ τρίτου εις το κριτήριον, δια να ομολογήση και εκ τρίτου την πίστιν της Αγίας Τριάδος, ο πρότερον αφρενώς αρνησάμενος την Αγίαν Τριάδα˙το οποίον και εγένετο εντελέστατα, και θεοφιλέστα˙ερωτησάντων γαρ αυτών του τε μουλάδηλαδή και των λοιπών, αν ήλθεν εις τας φρε΄νας του, απεκρίθη ο γενναίος του Χριστού αθλητής, ότι και ήμουν, και είμαι με την χάριν του Χριστού μου εις τας φρένας μου˙και είπα και λέγω πολλάκις, ότι Χριστιανός εγεννήθηκα, Χριστιανός θέλω να αποθάνω˙δεν αλλάζω το φως με το σκότος˙και προσκυνώ Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον, και αχώριστον˙και άμα λέγωντας εσχημάτιζε εις τον εαυτόν του και το σημείον του τιμίου Σταυρού˙λοιπόν ταύτα ακούσαντες οι Αγαρηνοί, και ιδόντες το αμετάθετον από ιας της Αγίας του χυχής, απελπισθέντες ολοτελώς από κάθε άλλην πείραν, και μεταχείρησιν, κοινή γνώμη όλοι τους απεφάσισαν, ότι να αποθάνη ο υβριστής του μωαμετισμού, χωρίς αναβολήν καιρού, και ούτως ο κριτής έδωκεν εγγράφως κατ’ αυτού την δια ξίφους απόφασιν˙άγεται λοιπόν από τους υπηρέτας του εξουσιαστού ο γενναίος του Χριστού αθλητής εις τον τόπον της καταδίκης, δεδεμένος τας χείρας, κατά το σύνηθες των καταδίκων, και εις όλον τον δρόμον, οι ιμάμιδες, και οι χοτζάδες, δεν έπαυσαν από το να τον συμβουλεύουν, και να πάσχουν με κάθε τρόπον να τον διαστρέψουν, και να τον ελκύσωσιν εις την γνώμην τους, αλλ’ εκείνος ο μακάριος δεν έδιδε καμμίαν προσοχήν εις τα ψυχόλεθρα αυτών λόγια, αλλ’ είχεν όλως δι’ όλου τον νουν του προσηλωμένον εις τον Χριστόν, και εις το υπέρ εκείνου μακάριον τέλος, ένα και μόνον λόγον συχνά αποκρινόμενος, Χριστιανός είμαι, και Χριστιανός να αποθάνω˙ ω μακαρίας φωνής! ω γενναίας ενστάσεως! ω ψυχής καιομένης υπό του θείου έρωτος! Εις την παράδοξον ταύτην θεωρίαν συνέδραμον αναρίθμητα πλήθη ανθρώπων, από όλα τα γένη και τας φυλάς οπού κατοικούν εις εκείνην την πόλιν, δηλαδή και τούρκοι, και ρωμαίοι, και φράγγοι και αρμένιοι˙εις το μέσον λοιπόν εκείνου του πολυπληθούς θεάτρου στήσας ο δήμιος τον Μάρτυρα, τραβά έμπροσθεν εις τους οφθαλμούς του το σπαθί, και του το δείχνει γυμνόν και εξαστράπτον, τάχα δια να τον φοβίση, αλλ’ ο Μάρτυς τόσον εφαίνετο ακατάπληκτος, και τόσην έδειχνε αφοβίαν εις το πρόσωπον, ώστε βλέπωντας τον έννας από τους φράγγους, ώμοσεν ότι ακόμα δεν είδεν εις άνθρωπον τόσην σταθερότητα˙ μετά τούτο επρόσταξε να γονατίση και εγονάτισεν ο Μάρτυς, και ευθύς φθάνει προσταγή από τον Μουλάν, να λάβη υπομονήν ο δήμιος, δια τι έχει να ελθη εις την θεωρίαν ταύτην, και ο υιός του Μουλά˙ και αναβάλη την αποτομήν ο δήμιος μιαν ώραν και επέκεινα, και εις όλον εκείνο το διάστημα της ώρας ο Μάρτυς έμεινεν εκεί γονατιστός, μόνον εμπροσθέν του βλέπωντας με σκυμμένην την κεφαλήν, και ασχόλαστα προσευχόμενος, και με τον νουν του, και με τα χείλη του˙εδώ δεν αμφιβάλλω, πως μέσα εις εκείνην την αγίαν διάνοιαν εγίνετο όλον ένα κρίσις, και κατάκρισις του Κόσμου, και του κοσμοκράτορος, και πως άνωθεν ο αγωνοθέτης Χριστός ενίσχυε με την παντοδύναμον χάριν του, τον εδικόν του αθλητήν˙και ήτον δε όχι ολίγη και η αγωνία των ορθοδόξων και ομογενών του Χριστιανών, όσον έβλεπον την ώραν παρερχόμενην, συλλογιζόμενοι το ασθενές της ανθρωπίνης φύσεως˙αλλά τέλος πάντων ενίκησεν ο Χριστός, ύψωσε την αγίαν του πίστιν, με το λαμπρόν του Αλεξάνδρου Μαρτύριον, και οι ευσεβείς ευφράνθησαν και οι Άγγελοι εχάρησαν, οι δε δαίμονες εθρήνησαν, και οι της πλάνης θεραπευταί έμειναν κατησχυμένοι, με τον υπέρ Χριστού θάνατον του γενναίου, και θαυμασίου τούτου αθλητού, εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ω η δόξα και το κράτος συν τω Πατρί, και τω Αγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.


(Νέον μαρτυρολόγιον : ήτοι μαρτύρια των νεοφανών μαρτύρων των μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως κατά διαφόρους καιρούς, και τόπους μαρτυρησάντων. / Συναχθέντα εκ διαφόρων συγγραφέων, και μετ' επιμελείας ότι πλείστης διορθωθέντα και συν θεώ το μεν πρώτον εκδοθέντα, δια συνδρομής φιλοχρίστων, και φιλομαρτύρων Χριστιανών, των εν τη Ευρώπη πραγματευομένων. Νυν δε το δεύτερον εκδίδονται δαπάνη Στεφάνου Κωνσταντίνου Σκαθάρου του εξ Αθηνών εις κοινήν των Ορθοδόξων Χριστιανών ωφέλειαν: 1856)

και μια ακόμη αναφορά

"Ούτος πορευθείς εις Σμύρνην, ηπατήθη και εγένετο τούρκος, μεταβαίνων ουν από πόλεως εις πόλιν ως Δερβίσης, έφθασε και έως την Μέκκαν, την καθέδραν του Σατανά. Μετά δε ταύτα ελθών εις θεογνωσίαν, και ελέγχων τους τούρκους κατ’ ολίγον ολίγον, εκήρυξεν εαυτόν Χριστιανόν. Όθεν φέρεται εις Σμύρνην, και κρινόμενος επί πολλάς ημέρας, αποκεφαλίζεται, τω 1794 Μαΐου 26."

(Ακολουθία ασματική μετά εγκωμίου παντών των νεοφανών μαρτύρων των μετά την άλωσιν της Κωνσταντινουπόλεως μαρτυρησάντων εξ ων οι ονομαστότεροι βιογραφικώς σημειούνται ή Νέον Μαρτυρολόγιον, βιβλίον ψυχωφελέστατον υπό Κωνστ. Χ. Δουκάκη 1897)

(σημ: Η ενασχόληση με τους δερβίσηδες είναι κρατά από μια κοινή εργασία που κάναμε με τον Δύτη στα χρόνια της Θεσσαλονίκης (κι αυτή με τη σειρά της γέννησε και γεννά άρθρα και έρευνες). Την ανάρτηση αυτή την ανεβάζω με την ευκαιρία της επαναδημοσίευσης του δεύτερου τεύχους των Κυνοκέφαλων. Επίσης, να ευχηθώ στον Δύτη "Μπου ντουνιά τσαρκ φιλέκ (Αυτός ο κόσμος είναι σφαίρα και γυρίζει). Ασκ ολσούν τσιβιρινέκ. (Χαρά σ’ εκείνον που ξέρει να τον γυρίζει, τον κόσμον αυτό) από τον παπαδιαμαντικό δερβίση για τα πρώτα γενέθλια του ιστολογίου του.)

1 σχόλιο:

fvasileiou είπε...

Αυτά τα κείμενα βαθιά στην ραχοκοκαλιά τους έχουν μια αισιοδοξία, που πηγάζει από την πίστη στον άνθρωπο. Χαρά, αφού πιστεύουν στην αποκατάσταση.

Τι ωραία ελληνικά!

Αρχειοθήκη ιστολογίου

ΔΙΑΒΑΤΕΣ

ΚΑΛΩΣ ΟΡΙΣΑΤΕ!

Συνολικές προβολές σελίδας

FeedBurner FeedCount