Παρά τα δεινά άγγιξε την ελευθερία
Μια συγκινητική ιστορία γεμάτη από έντονα συναισθήματα και δυνατές εικόνες συνθέτουν την διαδρομή του 23χρονου Φαχίντ Σαφτάρι, πρωτοετούς σπουδαστή στο τμήμα μαγειρικής του Δημοτικού ΙΕΚ Βόλου, από την πατρίδα του έως τα χωρικά ύδατα της ελευθερίας. Ο νεαρός Αφγανός, παιδί πολυμελούς οικογένειας που διαμένει στο Ιράν, αναζήτησε πριν από τρία περίπου χρόνια διεξόδους ελευθερίας από τα δεινά ενός τυραννικού καθεστώτος, επιλέγοντας συνειδητά, την οδό της διαφυγής. Οι δυσκολίες και η αφάνταστη ταλαιπωρία που αντιμετώπισε, δεν στάθηκαν ικανές να κάμψουν το ηθικό του, αλλά αντίθετα, ενδυνάμωσαν το πείσμα και την πεποίθησή του ότι πρέπει να κάνει πράξη τα όνειρά του.
Ένα χειμωνιάτικο πρωινό αποχαιρέτησε κρυφά το πατρικό του σπίτι και ξεκίνησε το ταξίδι προς το άγνωστο, έχοντας ως στόχο να σπουδάσει, ζώντας ελεύθερος. «Με βασάνιζε πολλά χρόνια η σκέψη της φυγής, διότι είναι δύσκολες οι συνθήκες ζωής στο Ιράν, ένιωθα ασφυκτικά διότι δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε ελεύθεροι, παντού υπήρχαν στρατιωτικές δυνάμεις και δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω το βράδυ. Ένιωθες δηλαδή ότι ήσουν φυλακισμένος» αναφέρει χαρακτηριστικά ο νεαρός μετανάστης. Σε πολύ μικρή ηλικία, τελειώνοντας το Δημοτικό, εγκατέλειψε αναγκαστικά το σχολείο, και εργάστηκε σκληρά σε οικοδομές, βοηθώντας τον πατέρα του, αλλά η σκέψη του περιστρέφονταν πάντα γύρω από την λέξη «ελευθερία».
«Εργαζόμουν, κέρδιζα χρήματα, αλλά ήθελα να κάνω άλλα πράγματα, ομολογεί. Ήθελα να κάνω κάτι για μένα, για την οικογένειά μου, ήθελα να καλυτερέψω την ζωή μου, να σπουδάσω. Είναι δύσκολο να περιγράψω τις συνθήκες που αντιμετώπισα ζώντας στο Ιράν. Ήταν τόσο δύσκολες, ώστε δεν μπορούσα να αντέξω πλέον. Δεν είχα άλλη υπομονή κι έτσι αποφάσισα να φύγω» ομολογεί ο Φαχίντ. Στα 20 του χρόνια πήρε την μεγάλη απόφαση και ένα χειμωνιάτικο πρωινό έφυγε από την πατρική εστία, προκειμένου να αναζητήσει, μαζί με άλλους συμπατριώτες του, μια καλύτερη ζωή, αναπνέοντας αέρα ελευθερίας. «Ήξερα ότι θα αντιμετωπίσω δυσκολίες, αλλά δεν ήθελα να κάνω πίσω, γιατί ήθελα πάντα να είμαι ελεύθερος, ήθελα να πραγματοποιήσω τους στόχους που είχα στο μυαλό μου» αναφέρει χαρακτηριστικά, ανατρέχοντας στις μνήμες μιας δύσκολης περιόδου.
Απίστευτες κακουχίες
Το ταξίδι του Φαχίντ προς την ελευθερία συνοδεύτηκε από αφάνταστη ταλαιπωρία, πολύωρο περπάτημα πάνω σε χιονισμένα βουνά, αλλά και πολλές ακόμη δυσκολίες που έχουν χαραχτεί με ανεξίτηλα γράμματα στην ψυχή του. «Φτάσαμε στην Τουρκία με λεωφορείο και για να πάμε στον επόμενο σταθμό, περπατήσαμε μια ολόκληρη νύχτα, βαδίζοντας στο χιόνι. Ήταν πάρα πολύ δύσκολες οι συνθήκες αλλά ήθελα να συνεχίσω, να κάνω πράξη τα όνειρά μου, θα πει ο Φαχίντ. Μετά από αναμονή λίγων ημερών, ο νεαρός μετανάστης έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, κατόπιν στην Σμύρνη και στην συνέχεια επιβιβάστηκε σε μια βάρκα μαζί με έξι ακόμη συμπατριώτες του, με προορισμό την Ελλάδα. «Ήμασταν έξι άτομα στοιβαγμένα σε μια τρύπια βάρκα που έμπαζε νερά και ταξιδέψαμε ώρες ατέλειωτες, εκτεθειμένοι στο κρύο και την βροχή, έως ότου φτάσουμε με κίνδυνο της ζωής μας, στην Μυτιλήνη» συνεχίζει την αφήγησή του ο νεαρός σπουδαστής. «Οι δύο νεότεροι, συνεχίζει ο ίδιος, τραβούσαμε κουπί όλη την νύχτα και ένας συνεπιβάτης έβγαζε τα νερά από την βάρκα, για να μην βουλιάξουμε».
Καταμεσής του πελάγου, περικυκλωμένος από το σκοτάδι και το βασανιστικό συναίσθημα της αβεβαιότητας, ο Φαχίντ δεν σταμάτησε να κωπηλατεί, παρ’ όλη την εξάντληση που ένιωθε, αντλώντας δύναμη από την σκέψη μιας καλύτερης ζωής. Φθάνοντας στην Μυτιλήνη, οι ταλαιπωρίες συνεχίστηκαν, ενώ επόμενος στόχος του ταξιδιού του ήταν Αθήνα, όπου και έμεινε επί μια εβδομάδα, φιλοξενούμενος σε ξενώνα για μετανάστες. «Δεν ήθελα να μείνω εδώ, στόχος μου ήταν να πάω στην Ιταλία ή στην Γαλλία, αλλά τελικά παρέμεινα στην Ελλάδα, γιατί δεν είχα τα απαραίτητα έγγραφα και παράλληλα είχα ξοδέψει στο μεταξύ όλες τις οικονομίες μου, περίπου 5.000 δολάρια» προσθέτει ο ίδιος. Επόμενος σταθμός της περιπλάνησής του ήταν ο ξενώνας στην Μακρινίτσα, όπου παρέμεινε επί τρεις μήνες, προσπαθώντας να προσαρμοστεί στις συνθήκες ζωής της νέας του πατρίδας. Έκτοτε ο Φαχίντ διαμένει στο Βόλο, μαθαίνει ελληνικά και παράλληλα κάνει πράξη τα όνειρά του, σπουδάζοντας στο Δημοτικό ΙΕΚ Βόλου.
Εκκολαπτόμενος σεφ
«Όταν ήρθα για πρώτη φορά στο Βόλο δεν γνώριζα κανέναν και προσπάθησα να προσαρμοστώ στην νέα μου ζωή, αναζητώντας παράλληλα δουλειά» συνεχίζει την αφήγηση ο νεαρός σπουδαστής. «Στην αρχή εργάστηκα σε εστιατόριο στο Χόρτο, αρχικά στην λάντζα και στην συνέχεια στην κουζίνα. Κατόπιν, βρήκα δουλειά σε εστιατόριο στην Τσαγκαράδα, όπου συνεχίζω να εργάζομαι ως βοηθός σεφ, παράλληλα με τις σπουδές μου. Ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου, ο Κωνσταντίνος Πάνος και η σύζυγός του Μαρία Χοσέ, είναι οι καλύτεροι άνθρωποι που έχω γνωρίσει και τους ευχαριστώ πολύ γιατί πίστεψαν σε μένα και με παρότρυναν να σπουδάσω στο Δημοτικό ΙΕΚ» δηλώνει με ευγνωμοσύνη ο Φαχίντ, ο οποίος σπουδάζει στο τμήμα μαγειρικής του Δημοτικού ΙΕΚ Βόλου, έχοντας ως στόχο να ασχοληθεί επαγγελματικά με το συγκεκριμένο αντικείμενο, ως σεφ.
Ο νεαρός Αφγανός κοιτάζει μπροστά, απόλυτα προσηλωμένος στους στόχους που έθεσε, προσβλέποντας σε ένα καλύτερο αύριο. Στην θύμηση της πατρίδας και των αγαπημένων προσώπων σκοτεινιάζει το βλέμμα του, καθώς ομολογεί συγκινημένος «το μόνο που μου λείπει από την πατρίδα μου είναι οι γονείς μου, η οικογένειά μου». Η επιθυμία της επιστροφής στην πατρίδα υπάρχει πάντα στην καρδιά του, αλλά όπως επισημαίνει ο ίδιος στην παρούσα τουλάχιστον φάση, είναι αδύνατο. «Επικοινωνώ συχνά με τους γονείς μου, μαθαίνω τα νέα τους αλλά είναι πολύ δύσκολο να γυρίσω πίσω, τουλάχιστον αυτή την στιγμή, ομολογεί. Θέλω να τελειώσω τις σπουδές μου, συνεχίζει, και να προχωρήσω στην ζωή μου, να γίνω σεφ. Είναι δύσκολο να ζεις μόνος χωρίς την παρουσία των δικών σου ανθρώπων, αλλά έχω πολύ καλές σχέσεις με τους συμμαθητές και τους καθηγητές μου στο Δημοτικό ΙΕΚ, οι οποίοι με βοηθάνε πολύ» προσθέτει ο ίδιος. Παρότι έφθασε στην Ελλάδα νηστικός και ταλαιπωρημένος, ανακάλυψε έναν καινούργιο κόσμο, ανοίγοντας διάπλατα την ψυχή του, προκειμένου να απολαύσει το αίσθημα της ελευθερίας, που στερήθηκε ως παιδί στην πατρίδα του.
Μια συγκινητική ιστορία γεμάτη από έντονα συναισθήματα και δυνατές εικόνες συνθέτουν την διαδρομή του 23χρονου Φαχίντ Σαφτάρι, πρωτοετούς σπουδαστή στο τμήμα μαγειρικής του Δημοτικού ΙΕΚ Βόλου, από την πατρίδα του έως τα χωρικά ύδατα της ελευθερίας. Ο νεαρός Αφγανός, παιδί πολυμελούς οικογένειας που διαμένει στο Ιράν, αναζήτησε πριν από τρία περίπου χρόνια διεξόδους ελευθερίας από τα δεινά ενός τυραννικού καθεστώτος, επιλέγοντας συνειδητά, την οδό της διαφυγής. Οι δυσκολίες και η αφάνταστη ταλαιπωρία που αντιμετώπισε, δεν στάθηκαν ικανές να κάμψουν το ηθικό του, αλλά αντίθετα, ενδυνάμωσαν το πείσμα και την πεποίθησή του ότι πρέπει να κάνει πράξη τα όνειρά του.
Ένα χειμωνιάτικο πρωινό αποχαιρέτησε κρυφά το πατρικό του σπίτι και ξεκίνησε το ταξίδι προς το άγνωστο, έχοντας ως στόχο να σπουδάσει, ζώντας ελεύθερος. «Με βασάνιζε πολλά χρόνια η σκέψη της φυγής, διότι είναι δύσκολες οι συνθήκες ζωής στο Ιράν, ένιωθα ασφυκτικά διότι δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε ελεύθεροι, παντού υπήρχαν στρατιωτικές δυνάμεις και δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω το βράδυ. Ένιωθες δηλαδή ότι ήσουν φυλακισμένος» αναφέρει χαρακτηριστικά ο νεαρός μετανάστης. Σε πολύ μικρή ηλικία, τελειώνοντας το Δημοτικό, εγκατέλειψε αναγκαστικά το σχολείο, και εργάστηκε σκληρά σε οικοδομές, βοηθώντας τον πατέρα του, αλλά η σκέψη του περιστρέφονταν πάντα γύρω από την λέξη «ελευθερία».
«Εργαζόμουν, κέρδιζα χρήματα, αλλά ήθελα να κάνω άλλα πράγματα, ομολογεί. Ήθελα να κάνω κάτι για μένα, για την οικογένειά μου, ήθελα να καλυτερέψω την ζωή μου, να σπουδάσω. Είναι δύσκολο να περιγράψω τις συνθήκες που αντιμετώπισα ζώντας στο Ιράν. Ήταν τόσο δύσκολες, ώστε δεν μπορούσα να αντέξω πλέον. Δεν είχα άλλη υπομονή κι έτσι αποφάσισα να φύγω» ομολογεί ο Φαχίντ. Στα 20 του χρόνια πήρε την μεγάλη απόφαση και ένα χειμωνιάτικο πρωινό έφυγε από την πατρική εστία, προκειμένου να αναζητήσει, μαζί με άλλους συμπατριώτες του, μια καλύτερη ζωή, αναπνέοντας αέρα ελευθερίας. «Ήξερα ότι θα αντιμετωπίσω δυσκολίες, αλλά δεν ήθελα να κάνω πίσω, γιατί ήθελα πάντα να είμαι ελεύθερος, ήθελα να πραγματοποιήσω τους στόχους που είχα στο μυαλό μου» αναφέρει χαρακτηριστικά, ανατρέχοντας στις μνήμες μιας δύσκολης περιόδου.
Απίστευτες κακουχίες
Το ταξίδι του Φαχίντ προς την ελευθερία συνοδεύτηκε από αφάνταστη ταλαιπωρία, πολύωρο περπάτημα πάνω σε χιονισμένα βουνά, αλλά και πολλές ακόμη δυσκολίες που έχουν χαραχτεί με ανεξίτηλα γράμματα στην ψυχή του. «Φτάσαμε στην Τουρκία με λεωφορείο και για να πάμε στον επόμενο σταθμό, περπατήσαμε μια ολόκληρη νύχτα, βαδίζοντας στο χιόνι. Ήταν πάρα πολύ δύσκολες οι συνθήκες αλλά ήθελα να συνεχίσω, να κάνω πράξη τα όνειρά μου, θα πει ο Φαχίντ. Μετά από αναμονή λίγων ημερών, ο νεαρός μετανάστης έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, κατόπιν στην Σμύρνη και στην συνέχεια επιβιβάστηκε σε μια βάρκα μαζί με έξι ακόμη συμπατριώτες του, με προορισμό την Ελλάδα. «Ήμασταν έξι άτομα στοιβαγμένα σε μια τρύπια βάρκα που έμπαζε νερά και ταξιδέψαμε ώρες ατέλειωτες, εκτεθειμένοι στο κρύο και την βροχή, έως ότου φτάσουμε με κίνδυνο της ζωής μας, στην Μυτιλήνη» συνεχίζει την αφήγησή του ο νεαρός σπουδαστής. «Οι δύο νεότεροι, συνεχίζει ο ίδιος, τραβούσαμε κουπί όλη την νύχτα και ένας συνεπιβάτης έβγαζε τα νερά από την βάρκα, για να μην βουλιάξουμε».
Καταμεσής του πελάγου, περικυκλωμένος από το σκοτάδι και το βασανιστικό συναίσθημα της αβεβαιότητας, ο Φαχίντ δεν σταμάτησε να κωπηλατεί, παρ’ όλη την εξάντληση που ένιωθε, αντλώντας δύναμη από την σκέψη μιας καλύτερης ζωής. Φθάνοντας στην Μυτιλήνη, οι ταλαιπωρίες συνεχίστηκαν, ενώ επόμενος στόχος του ταξιδιού του ήταν Αθήνα, όπου και έμεινε επί μια εβδομάδα, φιλοξενούμενος σε ξενώνα για μετανάστες. «Δεν ήθελα να μείνω εδώ, στόχος μου ήταν να πάω στην Ιταλία ή στην Γαλλία, αλλά τελικά παρέμεινα στην Ελλάδα, γιατί δεν είχα τα απαραίτητα έγγραφα και παράλληλα είχα ξοδέψει στο μεταξύ όλες τις οικονομίες μου, περίπου 5.000 δολάρια» προσθέτει ο ίδιος. Επόμενος σταθμός της περιπλάνησής του ήταν ο ξενώνας στην Μακρινίτσα, όπου παρέμεινε επί τρεις μήνες, προσπαθώντας να προσαρμοστεί στις συνθήκες ζωής της νέας του πατρίδας. Έκτοτε ο Φαχίντ διαμένει στο Βόλο, μαθαίνει ελληνικά και παράλληλα κάνει πράξη τα όνειρά του, σπουδάζοντας στο Δημοτικό ΙΕΚ Βόλου.
Εκκολαπτόμενος σεφ
«Όταν ήρθα για πρώτη φορά στο Βόλο δεν γνώριζα κανέναν και προσπάθησα να προσαρμοστώ στην νέα μου ζωή, αναζητώντας παράλληλα δουλειά» συνεχίζει την αφήγηση ο νεαρός σπουδαστής. «Στην αρχή εργάστηκα σε εστιατόριο στο Χόρτο, αρχικά στην λάντζα και στην συνέχεια στην κουζίνα. Κατόπιν, βρήκα δουλειά σε εστιατόριο στην Τσαγκαράδα, όπου συνεχίζω να εργάζομαι ως βοηθός σεφ, παράλληλα με τις σπουδές μου. Ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου, ο Κωνσταντίνος Πάνος και η σύζυγός του Μαρία Χοσέ, είναι οι καλύτεροι άνθρωποι που έχω γνωρίσει και τους ευχαριστώ πολύ γιατί πίστεψαν σε μένα και με παρότρυναν να σπουδάσω στο Δημοτικό ΙΕΚ» δηλώνει με ευγνωμοσύνη ο Φαχίντ, ο οποίος σπουδάζει στο τμήμα μαγειρικής του Δημοτικού ΙΕΚ Βόλου, έχοντας ως στόχο να ασχοληθεί επαγγελματικά με το συγκεκριμένο αντικείμενο, ως σεφ.
Ο νεαρός Αφγανός κοιτάζει μπροστά, απόλυτα προσηλωμένος στους στόχους που έθεσε, προσβλέποντας σε ένα καλύτερο αύριο. Στην θύμηση της πατρίδας και των αγαπημένων προσώπων σκοτεινιάζει το βλέμμα του, καθώς ομολογεί συγκινημένος «το μόνο που μου λείπει από την πατρίδα μου είναι οι γονείς μου, η οικογένειά μου». Η επιθυμία της επιστροφής στην πατρίδα υπάρχει πάντα στην καρδιά του, αλλά όπως επισημαίνει ο ίδιος στην παρούσα τουλάχιστον φάση, είναι αδύνατο. «Επικοινωνώ συχνά με τους γονείς μου, μαθαίνω τα νέα τους αλλά είναι πολύ δύσκολο να γυρίσω πίσω, τουλάχιστον αυτή την στιγμή, ομολογεί. Θέλω να τελειώσω τις σπουδές μου, συνεχίζει, και να προχωρήσω στην ζωή μου, να γίνω σεφ. Είναι δύσκολο να ζεις μόνος χωρίς την παρουσία των δικών σου ανθρώπων, αλλά έχω πολύ καλές σχέσεις με τους συμμαθητές και τους καθηγητές μου στο Δημοτικό ΙΕΚ, οι οποίοι με βοηθάνε πολύ» προσθέτει ο ίδιος. Παρότι έφθασε στην Ελλάδα νηστικός και ταλαιπωρημένος, ανακάλυψε έναν καινούργιο κόσμο, ανοίγοντας διάπλατα την ψυχή του, προκειμένου να απολαύσει το αίσθημα της ελευθερίας, που στερήθηκε ως παιδί στην πατρίδα του.
αναδημοσίευση από τη εφημερίδα Ταχυδρόμος 27 Φεβρουαρίου 2011
5 σχόλια:
Ωραία ιστορία. Έχει το υλικό χολυγουντιανής ταινίας. Μακάρι να είχαν όλες οι ιστορίες των μεταναστών τέτοια κατάληξη...
Ωραία ιστορία και αληθινή....
Τελικα οι Ανθρωποι γραφουν μονοι την ιστορια τους.
Πολυ θετικο μεν, αμεριστα απογοητευτικο δε για τις οργανωμενες κοινωνιες [κρατη] ανικανες ν' ανταποκριθουν στον ιστορικο τους ρολο, και στην αναγκη υπαρξης τους
Κάποιοι γράφουν την ιστορία μόνοι τους. Κάποιοι άλλοι περιμένουν να συνδιαμορφώσουν κείμενα μέχρι να αποφασίσουν και μετά να διαφωνήσουν και πάει λέγοντας για να χαρακτηρίσουν τους πρώτους ατομιστές και να τους κατηγορήσουν ότι ιδιωτεύουν και σιωπούν.
ιστορία πάλης και νίκης
Δημοσίευση σχολίου