Μπροστά στην είσοδο της Παλιάς Φιλοσοφικής στέκεται μια κοπελιά, με το πτυχίο στο ένα χέρι και λουλούδια στο άλλο. Ο φωτογράφος ασταμάτητα παγώνει τη στιγμή. Κι άλλοι φωτογράφοι. Μάλλον θα είχε κάποια ορκομωσία.
Έξω από το Σχολείο των Νέων Ελληνικών μια παρέα φοιτητών στέκεται κατάματα στον ήλιο και μιλά στα αγγλικά.
Κάνουμε μια βόλτα γύρω γύρω. Ο ήλιος κάνει τα πάντα να αστράφτουν. Η άνοιξη ανθίζει στο προαύλιο και τα παγκάκια. Απο μακριά βλέπω μια γνωστή φυσιογνωμία. "Σταύρο"! Ξαφνιάστηκε. Εκεί που δεν το περιμένεις μπορείς να συναντήσεις τον οποιονδήποτε. Ανέβηκε κι αυτός για κάποιες δουλειές. Τα είπαμε λίγο.
Μεσημεράκι στο ισόγειο της Νέας Φιλοσοφικής φοιτητόκοσμος πάει κι έρχεται. Μερικοί περιμένουν να μπουν στα αμφιθέατρα, κάποιοι μόλις βγήκαν. Φυλλοροούν κι ανθίζουν χάρτινα μονόχρωμα και πολύχρωμα μηνύματα μεγάλων και μικρών διαστάσεων με όμορφες γραμματοσειρές και μερικά σε μέγεθος Α4. Και διαφημίσεις. Τα τραπεζάκια, έτσι σχεδόν όπως τ' άφησα/με πριν καμιά εικοσαριά χρόνια με τα ίδια ονόματα, μερικά και με άλλα ονόματα, στις ίδιες όμως θέσεις με κόσμο να κάθεται από πίσω, στο πλάι κι επάνω τους. Κάποιοι μιλούν, κάποιοι κοιτάζουν βαρυεστημένα γύρω τους, πίνουν καφέ. Οι φωνές ανακατεύονται με ήχους από τα κινητά.
Βγαίνω έξω. Έχω λίγο χρόνο ακόμη. Ανάβω τσιγάρο. Δίπλα μου μια παρέα αραγμένη στα σκαλιά λιάζεται. Δεν πολυμιλούν μεταξύ τους.
Σε λίγο μια κοπελιά ντυμένη στα μαύρα έρχεται και στέκεται ανάμεσά τους στο ψηλότερο σκαλοπάτι. "...στρατσόχαρτο...Καταδικάζουμε...ένα να βάλουμε έξω από...εσύ, Γιώργο...".
Η κοπελιά ορίζει στην παρέα τι πρέπει να κάνει ο καθένας και κάποια κεφάλια κουνιούνται συγκαταβατικά.
Κόσμος συνεχίζει να μπαινοβγαίνει. "Ε, Μαρίνο...." φωνάζει κάποιος δίπλα μου κάποιον αδύνατο κατσαρομάλλη που περνά και κοντοστέκεται. Αυτός όμως δε φορά γυαλιά.
Κατεβαίνω στο Μουσείο Εκμαγείων. Η ώρα έφτασε. Συναντιέμαι απ' έξω με κάποιους φίλους που είχαμε κανονίσει να βρεθούμε. Κάθομαι σε μια από τις άβολες θέσεις. Για δυο ώρες.
Έξω ο ήλιος συνεχίζει να λάμπει. Η άνοιξη συνεχίζει να ανθίζει. Φοιτητόκοσμος πάει κι έρχεται. Άλλη παρέα κάθεται τώρα στα σκαλιά. Κι η δικιά μας παρέα περπατάει για τη Ροτόντα, για ουζάκια.
Έξω από το Σχολείο των Νέων Ελληνικών μια παρέα φοιτητών στέκεται κατάματα στον ήλιο και μιλά στα αγγλικά.
Κάνουμε μια βόλτα γύρω γύρω. Ο ήλιος κάνει τα πάντα να αστράφτουν. Η άνοιξη ανθίζει στο προαύλιο και τα παγκάκια. Απο μακριά βλέπω μια γνωστή φυσιογνωμία. "Σταύρο"! Ξαφνιάστηκε. Εκεί που δεν το περιμένεις μπορείς να συναντήσεις τον οποιονδήποτε. Ανέβηκε κι αυτός για κάποιες δουλειές. Τα είπαμε λίγο.
Μεσημεράκι στο ισόγειο της Νέας Φιλοσοφικής φοιτητόκοσμος πάει κι έρχεται. Μερικοί περιμένουν να μπουν στα αμφιθέατρα, κάποιοι μόλις βγήκαν. Φυλλοροούν κι ανθίζουν χάρτινα μονόχρωμα και πολύχρωμα μηνύματα μεγάλων και μικρών διαστάσεων με όμορφες γραμματοσειρές και μερικά σε μέγεθος Α4. Και διαφημίσεις. Τα τραπεζάκια, έτσι σχεδόν όπως τ' άφησα/με πριν καμιά εικοσαριά χρόνια με τα ίδια ονόματα, μερικά και με άλλα ονόματα, στις ίδιες όμως θέσεις με κόσμο να κάθεται από πίσω, στο πλάι κι επάνω τους. Κάποιοι μιλούν, κάποιοι κοιτάζουν βαρυεστημένα γύρω τους, πίνουν καφέ. Οι φωνές ανακατεύονται με ήχους από τα κινητά.
Βγαίνω έξω. Έχω λίγο χρόνο ακόμη. Ανάβω τσιγάρο. Δίπλα μου μια παρέα αραγμένη στα σκαλιά λιάζεται. Δεν πολυμιλούν μεταξύ τους.
Σε λίγο μια κοπελιά ντυμένη στα μαύρα έρχεται και στέκεται ανάμεσά τους στο ψηλότερο σκαλοπάτι. "...στρατσόχαρτο...Καταδικάζουμε...ένα να βάλουμε έξω από...εσύ, Γιώργο...".
Η κοπελιά ορίζει στην παρέα τι πρέπει να κάνει ο καθένας και κάποια κεφάλια κουνιούνται συγκαταβατικά.
Κόσμος συνεχίζει να μπαινοβγαίνει. "Ε, Μαρίνο...." φωνάζει κάποιος δίπλα μου κάποιον αδύνατο κατσαρομάλλη που περνά και κοντοστέκεται. Αυτός όμως δε φορά γυαλιά.
Κατεβαίνω στο Μουσείο Εκμαγείων. Η ώρα έφτασε. Συναντιέμαι απ' έξω με κάποιους φίλους που είχαμε κανονίσει να βρεθούμε. Κάθομαι σε μια από τις άβολες θέσεις. Για δυο ώρες.
Έξω ο ήλιος συνεχίζει να λάμπει. Η άνοιξη συνεχίζει να ανθίζει. Φοιτητόκοσμος πάει κι έρχεται. Άλλη παρέα κάθεται τώρα στα σκαλιά. Κι η δικιά μας παρέα περπατάει για τη Ροτόντα, για ουζάκια.
6 σχόλια:
Ε, ρε Γρηγόρη... Χτες το βράδυ, για κάποιο λόγο, τις παρέες μας σκεφτόμουν.
Τα μεγάλα πνεύματα, βλέπεις...
Αλλά, τέτοια σύμπτωση;Μόνο τα γυαλιά του έλειπαν.
Τελικά είστε μαστόροι του υπαινιγμού.
Να είστε καλά και οι δυο.
Γιώργο, τι υπαινίσσεσαι;
πόσο ωραία δυο φίλοι μπορούν να αλλάζουν ένα "μου λείπεις" ή ένα "θυμάσαι" ώντας μακριά ο ένας από τον άλλο γράφοντας μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει συμβεί πριν από χρόνια ή σήμερα. Αυτό :)
Κι όμως, Γιώργο, συνέβη στ' αλήθεια την Τρίτη...
Δημοσίευση σχολίου